11 Dec Η ΚΟΥΝΙΑ ΤΟΥ ΑΚΡΟΒΑΤΗ
Ο φόβος είναι ένας παράγοντας που μπορεί πολύ εύκολα να παγώσει τα όνειρά μας και να αναστείλει την προσωπική μας ανάπτυξη. Πολύ συχνά καταφεύγουμε σε δικαιολογίες στην προσπάθειά μας να μην έρθουμε αντιμέτωποι με τα άγχη και τις φοβίες μας, πασχίζοντας να αποτρέψουμε το τρομακτικό στάδιο της “μετάβασης”.
Κι όμως, το στάδιο της μετάβασης είναι εκείνο που ευνοεί τη μεταμόρφωση, τον επαναπροσδιορισμό και την πρόοδό μας. Η μετάβαση μας επιτρέπει να εξελιχθούμε, καλώντας μας αφενός να συμφιλιωθούμε με το παρελθόν και, αφετέρου, να αποδεχτούμε το άγνωστο που εγκυμονεί το μέλλον. Χωρίς τη μετάβαση, θα μέναμε στάσιμοι.
Το απόσπασμα που ακολουθεί προέρχεται από τους «Μαχητές της καρδιάς» του Danaan Parry, και περιγράφει ανάγλυφα τόσο τα οφέλη που μπορούμε να αποκομίσουμε αν υποδεχτούμε την αλλαγή στη ζωή μας όσο και την αέναη εσωτερική μάχη σε κάθε διάλογο με τον εαυτό μας.
Είναι φορές που αισθάνομαι ότι όλη μου η ζωή είναι μια αλληλουχία από σκηνές ακροβασίας στο κενό.
Μοιάζω λίγο σαν τον ακροβάτη που άλλοτε λικνίζεται νωχελικά στην εναέρια κούνια του κι άλλοτε τινάζεται σαν βέλος για να περάσει από τη μια κούνια στην άλλη.
Οφείλω βέβαια να ομολογήσω ότι, το μεγαλύτερο διάστημα, κρατιέμαι σφιχτά από την κούνια μου, όπως ακριβώς κι από τη ζωή, απολαμβάνοντας την κάθε στιγμή. Αφήνομαι σ’ αυτό το κατά κανόνα ρυθμικό λίκνισμα, κι έχω την αίσθηση ότι τα πάντα είναι υπό έλεγχο. Μου φαίνεται ότι κατέχω όλες τις σωστές ερωτήσεις και μάλιστα, ακόμα και κάποιες από τις σωστές απαντήσεις.
Να, όμως, που κάπου-κάπου, καθώς αιωρούμαι μακάρια – ή σχεδόν μακάρια – στην κούνια μου, ρίχνω το βλέμμα μου λίγο πιο μακριά, κι εκεί κάτω, στο βάθος, τι βλέπω; Βλέπω μια άλλη κούνια να μου αντιγυρίζει το βλέμμα. Είναι άδεια. Και ξέρω, μέσα μου βαθιά ότι αυτή η ολοκαίνουργια κούνια γράφει επάνω της το όνομά μου. Είναι το επόμενό μου σκαλί, η εξέλιξή μου, η ζωντάνια μου που έρχεται να με πλημμυρίσει. Εκεί, μέσα στον πυρήνα της ύπαρξής μου, γνωρίζω ότι για να κατορθώσω να εξελιχθώ, θα πρέπει να χαλαρώσω τη λαβή μου από την παλιά γνωστή μου κούνια, και να αδράξω την επόμενη.
Και κάθε φορά συμβαίνει το ίδιο ακριβώς: Ελπίζω – για την ακρίβεια, προσεύχομαι – να μην αναγκαστώ να αλλάξω κούνια. Μέσα μου όμως ξέρω καλά ότι δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Πρέπει να εγκαταλείψω την παλιά μου κούνια, να τολμήσω το άλμα στο κενό, κι ύστερα να απλώσω τα χέρια μου και να πιαστώ από την καινούργια κούνια. Και κάθε φορά που το κάνω νιώθω ακριβώς τον ίδιο τρόμο. Εκείνη τη στιγμή, δεν έχει την παραμικρή σημασία αν όλες τις προηγούμενες φορές που το τόλμησα τα κατάφερα.
Κάθε φορά με κυριεύει ο ίδιος φόβος, ότι θα αποτύχω, ότι θα συντριβώ σε αόρατα απειλητικά βράχια μιας απέραντης θάλασσας που χάσκει κάτω από τα πόδια μου. Και όμως, το κάνω. Πρέπει να το κάνω. Ίσως κάτι τέτοιο να εννοούν οι αποκρυφιστές όταν κάνουν λόγο για «πίστη». Δεν υπάρχουν ούτε εγγυήσεις, ούτε δίχτυ, ούτε ασφάλεια. Το κάνουμε, όμως, διότι η συνέχιση της αιώρησης στην παλιά μας κούνια δεν έχει πλέον νόημα. Έτσι απλά, μέσα σε μια στιγμή που μοιάζει με αιωνιότητα, αλλά στην ουσία διαρκεί μόλις ένα κλάσμα του δευτερολέπτου. Βουτάω μέσα στη σκοτεινή άβυσσο που έχει τον τίτλο «το παρελθόν είναι νεκρό και το μέλλον δεν έχει ακόμα γεννηθεί». Είναι αυτό ακριβώς που ονομάζουμε “μετάβαση”. Έχω πλέον καταλήξει να πιστεύω ότι αυτός είναι ίσως ο μόνος ικανός τόπος να κυοφορήσει την αλλαγή.
Έχω δε τη βασανιστική υποψία ότι αυτή η μεταβατική ζώνη είναι η μόνη που είναι απολύτως υπαρκτή, κι ότι οι κούνιες που νομίζουμε ότι βλέπουμε είναι απλώς αποκυήματα της φαντασίας μας, που εμφανίζονται απλώς και μόνο για να κατευνάσουν έστω πρόσκαιρα τον φόβο μας μπροστά στο χάος. Ναι, μπορεί να ενέχουν φόβο, όμως αυτές οι μεταβάσεις είναι από τις πιο ζωντανές, τις πιο καρποφόρες και συναρπαστικές στιγμές της ζωής μας. Μεταμορφώνω τον φόβο δεν σημαίνει απαραίτητα ότι τον νικώ, τουλάχιστον όμως, με τον τρόπο αυτό, δίνω στον εαυτό μου την ευκαιρία να «βγει» στη μεταβατική ζώνη – ανάμεσα στις δυο κούνιες – προσφέροντάς του τη δυνατότητα να κατοικήσει στον τόπο όπου ευδοκιμεί η αλλαγή.
Ασφαλώς και είναι μια τρομακτική εμπειρία. Μπορεί όμως να είναι και αποκαλυπτική. Ποιος ξέρει, τελικά, βουτώντας ξανά και ξανά στο κενό, ίσως να μάθουμε, κάποτε, να πετάμε.
Απόσπασμα από το «Μαχητές της καρδιάς» του Danaan Parry